Μέσα σε όλη αυτήν την εθνική μας κατάθλιψη, είμαστε εμείς, όλοι εμείς οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι. Όλοι εμείς που αντιμετωπίζουμε την όλη κατάσταση στωικά και δεν σταματάμε να προσπαθούμε. Αισθανόμαστε ότι χάσαμε την ζωή μας… ή μάλλον καλύτερα την μέχρι πρότινος εύρωστη ζωή μας. Είχαμε όλοι μας τις δουλειές μας..οι περισσότεροι τουλάχιστον από εμάς. Είχαμε την δυνατότητα αν δεν μας αρέσει κάποια δουλειά,να την αλλάξουμε και να πάμε σε μια άλλη, που θα μας δίνει ενδεχομένως καλύτερες οικονομικές απολαβές, καλύτερο ενδεχομένως περιβάλλον..οτιδήποτε καλύτερο. Είχαμε το δικαίωμα της επιλογής. Είχαμε την επιλογή.
Μπορούσαμε να πάρουμε τους φίλους μας και να πάμε για ψώνια, για καφέ, για φαγητό. Να πάρουμε δωράκια στα παιδιά, στους συντρόφους μας… Έτσι χωρίς αφορμή, μόνο απλά για να τους δούμε να χαμογελούν. Οι περισσότερες από εμάς είχαν από μια τουλάχιστον ακριβή τσάντα, άλλη περισσότερο και άλλη λιγότερο. Κάναμε τις οικονομίες μας , το «κουμάντο μας» και τα καταφέρναμε και τις αποκτούσαμε. Καταφέρναμε και αποκτούσαμε τα αντικείμενα του «τότε» πόθου μας. Αποκτούσαμε τα πολυπόθητα αντικείμενα ενός κατασκευασμένου παραδείσου, ενός παραδείσου αναγκών και επιθυμιών που δημιουργήθηκαν από άλλους για εμάς, χωρίς όμως εμάς. Συνηθίζαμε να λέμε, «Το σαββατοκύριακο τι θα κάνετε;» Εννοώντας ότι κάπου θα πάμε μια μικρή εκδρομή, ίσως μια mini απόδραση στο εξωτερικό. Αυτά και πολλά άλλα που θα σας κουράσω ίσως και στεναχωρήσω αν τα αναφέρω όλα.
Και τώρα δεν έχουμε τίποτα από όλα αυτά. Όσοι έχουμε μια δουλεία, βγάζουμε σίγουρα λιγότερα χρήματα, και σίγουρα δεν έχουμε δικαίωμα να παραπονιόμαστε. Πολλές οικογένειες έχουν ανέργους στο σπίτι, η γυναίκα ο άντρας μπορεί και οι δύο. Το ιδιωτικό σχολείο των παιδιών αντικαταστάθηκε από το δημόσιο, χωρίς δεύτερη κουβέντα. Τα δωράκια μειώθηκαν και τα έξοδα καλλωπισμού ελαττώθηκαν. Οι εκδρομούλες και τα ταξιδάκια κόπηκαν στα πλαίσια του μη απαραίτητου. Τα πάντα μειώθηκαν και πλέον μόνο τα «απαραίτητα» είναι αυτά που κινούν την αγορά.
Και μέσα σε αυτό όλοι μας διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν η οικονομική , έστω και ψεύτικη, ευημερία που μας έκανε ευτυχισμένους, δεν ήταν ούτε οι τσάντες ούτε τα παπούτσια, αυτό που μας έκανε ευτυχισμένους ήταν το δικαίωμα της επιλογής, η αίσθηση του ότι δεν είμαστε οι φτωχοί συγγενείς των φίλων μας Ευρωπαίων, δεν ήμασταν «Βαλκάνια» είχαμε γίνει «Ανατολική Ευρώπη». Μπορούσαμε και αντιμετωπίζαμε τους άλλους τους «ξένους» όπως συνηθίζουμε να λέμε στην χώρα μας, ως ίσο προς ίσο.
Πράγμα που δεν ισχύει για τώρα. Τώρα έχουμε γίνει πάλι «Βαλκάνια». Έχουμε γίνει και πάλι οι φτωχοί συγγενείς. Μας κόλλησαν την ταμπέλα του «Τεμπέλη του Νότου» και κοντεύουμε να το πιστέψουμε και εμείς οι ίδιοι. Οι περισσότεροι νέοι φεύγουν, γιατί δεν υπάρχει μέλλον εδώ. Οι χώρα η ίδια σε διώχνει. Δεν θα επεκταθώ άλλο πάνω σε αυτό, θα σας κουράσω και είμαι σίγουρη ότι το έχετε νιώσει βαθιά μέσα σας.
Πρέπει όμως να σηκωθούμε. Να ανασηκωθούμε και να συνεχίσουμε. Νομίζω ότι έχουμε πιάσει πάτο, αν δεν έχουμε πιάσει, θα πιάσουμε σε λίγο. Δεν μπορείς να σηκωθείς όταν δεν πιάσεις πάτο, τώρα που τον πιάσαμε πρέπει να το νικήσουμε. Θα δουλέψουμε παραπάνω, θα έχουμε λιγότερα χρήματα, λιγότερα αγαθά. Όμως έχουμε ο ένας το άλλον, έχουμε εμάς. Χαμογελάστε έστω και αν είναι δύσκολο. Χαμογελάστε και σηκώστε το κεφάλι ψηλά. Η ζωή είναι ωραία και τα χρήματα είναι μια έννοια πολύ μικρή για να σου δώσει την ευτυχία. Η ζωή είναι όμορφη και υπάρχει παντού, μια βόλτα στην εξοχή, ένας αγαπημένος φίλος, ό σύντροφoς μας, τα παιδιά μας. Μια ηλιόλουστη μέρα μετά από μια βροχερή νύχτα πάντα φέρνει χαμόγελα. Με ένα χαμόγελο για όπλο όλα θα δείξουν πιο ωραία….